ΓΙΑΝΤΣΗΣ ΜΕΡΚΟΥΡΙΟΣ
Ονομάζομαι Μερκούριος Γιάντσης, κατάγομαι από τη Νάουσα Ημαθίας. Γεννήθηκα τον Ιούνιο του ’92. Σπούδασα στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και συγκεκριμένα στο Τμήμα Φιλολογίας με ειδίκευση στη Μεσαιωνική και Νεοελληνική Φιλολογία, απ’ όπου κι αποφοίτησα το 2015. Τα δύο τελευταία δύο χρόνια, επιμελούμαι συνεργατικά στην εφημερίδα της πόλης μου «Μακεδονικά Νέα» ειδική στήλη ποίησης που επιγράφεται «Με ρίμα ή χωρίς», παρουσιάζοντας Έλληνες κι αλλοδαπούς ποιητές. Προτού αρχίσω να αναλύω τα περί την Ποίηση, σημειώνω πως ασχολούμαι-με αμφίβολα ως και αποκαρδιωτικά ενίοτε αποτελέσματα- με το γράψιμο στίχων παράλληλα. Είναι μια μορφή γραπτού λόγου που έχει κανόνες, περιορισμούς, δυσκολίες και χρειάζεται δουλειά όσο κι επιμονή.
Η περίοδος των σπουδών, σηματοδοτεί μέσω των έντονων βιωμάτων, την αρχή της διαδρομής στον κακοτράχαλο δρόμο της Ποίησης που συνεχίζεται ως σήμερα, χωρίς να έχει εκδοθεί ωστόσο κάποιο βιβλίο. Βέβαια, μέρος της δουλειάς μου έχει δημοσιευτεί στον τύπο της περιοχής μου παλαιότερα. Αποτέλεσε κι αποτελεί ανάγκη κι επιθυμία για να εκφραστώ, να προβληματιστώ, να καταγγείλω, να κάνω αυτοκριτική, να εξωτερικεύσω τον έρωτα, την αγάπη, το όνειρο-μεταξύ άλλων. Με άλλα λόγια να πω την αλήθεια όπως εγώ την αντιλαμβάνομαι, από την δική μου οπτική.
Η οπτική μου, αγνοώντας μάλλον τις αιτίες δίνοντας όμως ένα άλλοθι στο νεαρό της ηλικίας μου, στράφηκε και εξακολουθεί να στρέφεται σ’ ένα πολύ μεγάλο ποσοστό στον έρωτα, ένα συναίσθημα ισχυρό, βαθύ, κρίσιμο, ισοπεδωτικό, ευχάριστο ενίοτε κι οδυνηρό άλλοτε, «γλυκύπικρον ἀμάχανον ὄρπετον» κατά την ποιήτρια της αρχαιότητας Σαπφώ. Ο Έρωτας δεν περιορίζεται ηλικιακά. Οπωσδήποτε αποτελεί για τον κάθε δημιουργό ένα εφαλτήριο για να «γλύψει» με το καλέμι της γραφής το μάρμαρο της ψυχής του και να του δώσει το σχήμα που επιθυμεί.
Η προσπάθεια αυτή της «γλυπτικής» δεν στέφεται πάντα από επιτυχία. δεν γίνονται όλα τα ποιήματα «εκθέματα» στα ποιητικά «μουσεία» ή στις αντίστοιχες «εκθέσεις». Δεν είναι όλα άρτια, έτοιμα, έγκαιρα ή επαρκώς δουλεμένα. Συνεπώς, δεν έχω την ψευδαίσθηση πως όλα τα ποιήματά μου είναι τέλεια ή «καλά».
Ο Έρωτας, αν και καταλυτικός, δεν είναι η μόνη θεματική που με κινητοποιεί δημιουργικά. Από τη στιγμή που είμαι μέλος της κοινωνίας, δε μπορώ να μη γράψω, να μην αναφερθώ σε όσα συμβαίνουν γύρω μου. Συναναστρεφόμαστε ανθρώπους, βλέπουμε γύρω μας δυστυχία, φτώχεια, απομόνωση, αποξένωση, επιφανειακές σχέσεις, ακόμα και ροπή προς την μεταξύ μας «ανθρωποφαγία». Ζητήματα που αν δεν τα θίξουμε στρουθοκαμηλίζουμε, εθελοτυφλούμε. Ένας ακόμα πυλώνας που με απασχολεί είναι φυσικά η πολιτική. Δε μπορώ να μείνω αδρανής σε όσα ακούω καθημερινά να διατείνονται αυτοί που εμείς εκλέξαμε, ωρυόμενοι και διαρρηγνύοντες ιμάτια πως πράττουν πάντα με γνώμονα το συμφέρον του τόπου και οι πράξεις τους να τεκμηριώνουν το αντίθετο. Ωστόσο δεν παύουν και οι ψηφοφόροι να ευθύνονται για αυτό που συμβαίνει, καθώς έχοντας αποκρυσταλλωμένες νοοτροπίες δεκαετιών(ικανοποίηση προσωπικού συμφέροντος, πελατειακές σχέσεις με το Κράτος λ.χ.)
Ωστόσο δεν είναι μόνο αυτό. Στα ποιήματά μου απαντούν τόσο μυθολογικά πρόσωπα όσο κι η Ιστορία. «Διαχέονται» στα γραπτά μου επαναλαμβανόμενα. Είναι δεδομένα πρόσφορα λόγω σπουδών και την ίδια στιγμή το περιεχόμενό τους διαχρονικό, καθώς επιστρέφουμε σ’ αυτά για να μάθουμε, να κρίνουμε, να εκτιμήσουμε πως βαίνουν τα τεκταινόμενα της Ζωής. Δηλαδή τα ιστορικά γεγονότα ή τα εγκλειόμενα στους μύθους δεν μας αφήνουν αδιάφορους. Διδάσκουν χωρίς να ολισθαίνουν στον διδακτισμό. Όσον αφορά τώρα την δημιουργική διαδικασία, ή τα διαπραγματεύομαι όπως είναι ή ανατρέπω κάποια στοιχεία, κυρίως μυθολογικά πάντα σε συνάρτηση με το τι θέλω να εκφράσω ή με εκάστοτε το θέμα του ποιήματος.
Συνεχίζοντας την αναφορά στην δημιουργική διαδικασία, θέλω να επισημάνω στοιχεία που απαντούν επανειλημμένα στη γραφή μου. Συγκεκριμένα, αποτυπώνεται συχνά ο Έρωτας ως μια κατάσταση χιμαιρική, ανέλπιδη, ανικανοποίητη με συνεπακόλουθα πόνο, θλίψη, απογοήτευση. Υπάρχουν παρομοιώσεις, μεταφορές, παραλληλισμοί, ειρωνείες. Επίσης παρηχήσεις γραμμάτων, λέξεις κι έννοιες όπως θάλασσα, χρόνος, αγάπη, μηδέν, όνειρο, ψυχή, ζωή, ποίημα, Ποίηση, κοινωνία, μυαλό, ποινή, μορφή, ελπίδα. Εικόνες, με το υγρό στοιχείο να εντοπίζεται συχνά. Όσον αφορά τη δομή, τα ποιήματα είναι γραμμένα σε ελεύθερο στίχο και σε μεγάλο ποσοστό χωρίς στροφές ενώ κάποια λίγα εκτείνονται σε δυο στροφές ή διαχωρίζονται σε στροφές και μεμονωμένους στίχους.
Η περίοδος των σπουδών, σηματοδοτεί μέσω των έντονων βιωμάτων, την αρχή της διαδρομής στον κακοτράχαλο δρόμο της Ποίησης που συνεχίζεται ως σήμερα, χωρίς να έχει εκδοθεί ωστόσο κάποιο βιβλίο. Βέβαια, μέρος της δουλειάς μου έχει δημοσιευτεί στον τύπο της περιοχής μου παλαιότερα. Αποτέλεσε κι αποτελεί ανάγκη κι επιθυμία για να εκφραστώ, να προβληματιστώ, να καταγγείλω, να κάνω αυτοκριτική, να εξωτερικεύσω τον έρωτα, την αγάπη, το όνειρο-μεταξύ άλλων. Με άλλα λόγια να πω την αλήθεια όπως εγώ την αντιλαμβάνομαι, από την δική μου οπτική.
Η οπτική μου, αγνοώντας μάλλον τις αιτίες δίνοντας όμως ένα άλλοθι στο νεαρό της ηλικίας μου, στράφηκε και εξακολουθεί να στρέφεται σ’ ένα πολύ μεγάλο ποσοστό στον έρωτα, ένα συναίσθημα ισχυρό, βαθύ, κρίσιμο, ισοπεδωτικό, ευχάριστο ενίοτε κι οδυνηρό άλλοτε, «γλυκύπικρον ἀμάχανον ὄρπετον» κατά την ποιήτρια της αρχαιότητας Σαπφώ. Ο Έρωτας δεν περιορίζεται ηλικιακά. Οπωσδήποτε αποτελεί για τον κάθε δημιουργό ένα εφαλτήριο για να «γλύψει» με το καλέμι της γραφής το μάρμαρο της ψυχής του και να του δώσει το σχήμα που επιθυμεί.
Η προσπάθεια αυτή της «γλυπτικής» δεν στέφεται πάντα από επιτυχία. δεν γίνονται όλα τα ποιήματα «εκθέματα» στα ποιητικά «μουσεία» ή στις αντίστοιχες «εκθέσεις». Δεν είναι όλα άρτια, έτοιμα, έγκαιρα ή επαρκώς δουλεμένα. Συνεπώς, δεν έχω την ψευδαίσθηση πως όλα τα ποιήματά μου είναι τέλεια ή «καλά».
Ο Έρωτας, αν και καταλυτικός, δεν είναι η μόνη θεματική που με κινητοποιεί δημιουργικά. Από τη στιγμή που είμαι μέλος της κοινωνίας, δε μπορώ να μη γράψω, να μην αναφερθώ σε όσα συμβαίνουν γύρω μου. Συναναστρεφόμαστε ανθρώπους, βλέπουμε γύρω μας δυστυχία, φτώχεια, απομόνωση, αποξένωση, επιφανειακές σχέσεις, ακόμα και ροπή προς την μεταξύ μας «ανθρωποφαγία». Ζητήματα που αν δεν τα θίξουμε στρουθοκαμηλίζουμε, εθελοτυφλούμε. Ένας ακόμα πυλώνας που με απασχολεί είναι φυσικά η πολιτική. Δε μπορώ να μείνω αδρανής σε όσα ακούω καθημερινά να διατείνονται αυτοί που εμείς εκλέξαμε, ωρυόμενοι και διαρρηγνύοντες ιμάτια πως πράττουν πάντα με γνώμονα το συμφέρον του τόπου και οι πράξεις τους να τεκμηριώνουν το αντίθετο. Ωστόσο δεν παύουν και οι ψηφοφόροι να ευθύνονται για αυτό που συμβαίνει, καθώς έχοντας αποκρυσταλλωμένες νοοτροπίες δεκαετιών(ικανοποίηση προσωπικού συμφέροντος, πελατειακές σχέσεις με το Κράτος λ.χ.)
Ωστόσο δεν είναι μόνο αυτό. Στα ποιήματά μου απαντούν τόσο μυθολογικά πρόσωπα όσο κι η Ιστορία. «Διαχέονται» στα γραπτά μου επαναλαμβανόμενα. Είναι δεδομένα πρόσφορα λόγω σπουδών και την ίδια στιγμή το περιεχόμενό τους διαχρονικό, καθώς επιστρέφουμε σ’ αυτά για να μάθουμε, να κρίνουμε, να εκτιμήσουμε πως βαίνουν τα τεκταινόμενα της Ζωής. Δηλαδή τα ιστορικά γεγονότα ή τα εγκλειόμενα στους μύθους δεν μας αφήνουν αδιάφορους. Διδάσκουν χωρίς να ολισθαίνουν στον διδακτισμό. Όσον αφορά τώρα την δημιουργική διαδικασία, ή τα διαπραγματεύομαι όπως είναι ή ανατρέπω κάποια στοιχεία, κυρίως μυθολογικά πάντα σε συνάρτηση με το τι θέλω να εκφράσω ή με εκάστοτε το θέμα του ποιήματος.
Συνεχίζοντας την αναφορά στην δημιουργική διαδικασία, θέλω να επισημάνω στοιχεία που απαντούν επανειλημμένα στη γραφή μου. Συγκεκριμένα, αποτυπώνεται συχνά ο Έρωτας ως μια κατάσταση χιμαιρική, ανέλπιδη, ανικανοποίητη με συνεπακόλουθα πόνο, θλίψη, απογοήτευση. Υπάρχουν παρομοιώσεις, μεταφορές, παραλληλισμοί, ειρωνείες. Επίσης παρηχήσεις γραμμάτων, λέξεις κι έννοιες όπως θάλασσα, χρόνος, αγάπη, μηδέν, όνειρο, ψυχή, ζωή, ποίημα, Ποίηση, κοινωνία, μυαλό, ποινή, μορφή, ελπίδα. Εικόνες, με το υγρό στοιχείο να εντοπίζεται συχνά. Όσον αφορά τη δομή, τα ποιήματα είναι γραμμένα σε ελεύθερο στίχο και σε μεγάλο ποσοστό χωρίς στροφές ενώ κάποια λίγα εκτείνονται σε δυο στροφές ή διαχωρίζονται σε στροφές και μεμονωμένους στίχους.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟ ΕΡΓΟ
ΜΕΡΚΟΥΡΙΟΥ ΓΙΑΝΤΣΗ
Στις εκκλησίες
Εδώ και χρόνια η ίδια σκυτάλη αλλάζει χέρια.
Τις βλέπουμε στις εκκλησίες.
Από πότε Κύριε, ο οίκος σου έγινε θέατρο
κατάκρισης; Σχολίων δυσμενών προς τον πλησίον;
Αρχιερατικές γριές,
σεβασμιώτατες γριές.
Είσαστε πτυελοδοχεία! Θέλω ν’ αποθέσω
την αηδία που σας πρέπει πάνω σας!
Σιχαμερές, βδελύγματα, αλλ’ όπως λένε,
νηστεύουν όλη τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή
ευλαβικά.
Τι καλές Χριστιανές!
Είναι πρώτο λιβάνι και θυμιατήρι πίστα ενίοτε,
κάνοντας τους μεγάλους τους σταυρούς
και τις γονυκλισίες του θεαθῆναι.
Δεν έχετε χάρη και δε σέβομαι τα χρόνια σας,
εκεί που είν’ η πλάτη σας, υπάρχει μια καμπούρα.
Τις βλέπουμε στις εκκλησίες.
Από πότε Κύριε, ο οίκος σου έγινε θέατρο
κατάκρισης; Σχολίων δυσμενών προς τον πλησίον;
Αρχιερατικές γριές,
σεβασμιώτατες γριές.
Είσαστε πτυελοδοχεία! Θέλω ν’ αποθέσω
την αηδία που σας πρέπει πάνω σας!
Σιχαμερές, βδελύγματα, αλλ’ όπως λένε,
νηστεύουν όλη τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή
ευλαβικά.
Τι καλές Χριστιανές!
Είναι πρώτο λιβάνι και θυμιατήρι πίστα ενίοτε,
κάνοντας τους μεγάλους τους σταυρούς
και τις γονυκλισίες του θεαθῆναι.
Δεν έχετε χάρη και δε σέβομαι τα χρόνια σας,
εκεί που είν’ η πλάτη σας, υπάρχει μια καμπούρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου